Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Τρωΐς — ΐδος, ἡ, Α η Τρωάδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τρώς + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. Λημν ίς)] … Dictionary of Greek